Τετάρτη 20 Οκτωβρίου 2010

ΞΕΡΕΤΕ ΚΑΤΙ??? ΒΑΡΕΘΗΚΑ....

Ξέρετε κάτι;
Μπούχτισα με όλη αυτή την βρωμιά, με τα σκάνδαλα, με τις κομπίνες, με τα λαμόγια και τις λαμογιές, με όλη την βρώμα, με τις ξαφνικές και «αναπάντεχες» πτώσεις των οικονομικών συστημάτων.

Βαρέθηκα, να φτωχαίνω, στα λεφτά, στο πνεύμα, στην τέχνη, στην πολιτική.
Αηδίασα με την τηλεόραση, με τα δελτία της, με τις δημοσκοπήσεις της, με τις συνεντεύξεις των … εαυτών τους, με τα κουτσομπολιά, με τα ντυσίματα, με τα γδυσίματα.

Σιχάθηκα τα βολέματα, τα μέσα, τα έξω, τους δικούς μας, τους δικούς τους, τους κομματάρχες, τα βύσματα, τους γόνους, τους ανιψιούς και τις ανιψιές.
Πόνεσα με τις κακοποιήσεις, με τους βιασμούς, τις ληστείες, τις βιαιοπραγίες, τις κλεψιές, τους φόνους.
Πολλή μαυρίλα αδερφέ μου, πάρα πολλή.

Και ξέρετε κάτι;
Εκείνο που μ’ ενοχλεί περισσότερο, είναι που είναι μαγκιά να κάνεις τέτοια, όσα δηλώνονται δηλαδή. Είναι must να λες ότι έχεις βύσμα, ότι έχεις μέσον, ότι σε διόρισε το κόμμα σου.

Με αποκαρδιώνει ο τεμπέλης να είναι πρότυπο μίμησης.
Λυπάμαι συνέχεια που κέντρο της παρέας γίνεται το «κωλόπαιδο» και που τρέχουν πίσω του επειδή είναι κωλόπαιδο.

Θλίβομαι που το χρήμα είναι η μόνη αξία και που χάθηκαν οι άλλες. Δεν μπορώ πια, να βλέπω, σαν λοιμό, τους ανόητους να δανείζονται για να παίξουν στο χρηματιστήριο, στο καζίνο ή στα ομόλογα των Αδελφών Λιμού.

Δεν μπορώ πια ν’ ακούω αυτά τα ψυχοφθόρα άσματα και να βλέπω να συμπλέκονται στις επιτραπέζιες κονίστρες οι βιο-παλαιστές της παραλιακής και της Μυκόνου με την συνοδεία «λαϊκών» παιάνων.

Ξέρετε κάτι;
Ντρεπόμουν να κάνω μια καλή πράξη. Μάλιστα, όπως το ακούτε. Να βοηθήσω κάποιον σε κάτι. Ένιωθα ότι είμαι ντεμοντέ. Ντρεπόμουν να συγχαρώ κάποιον επειδή έκανε μια καλή πράξη. Δοκιμάστε να ακούσετε τα λόγια σας: «Συγχαρητήρια, γι αυτό που έκανες, μακάρι να κάναμε όλοι το ίδιο». Δοκιμάστε να το πείτε δυνατά, μπροστά σε τρίτους.

Ενώ το αντίθετο, δέστε πόσο πιο εύκολο είναι: «ωχ βρε αδερφέ, εγώ θα σώσω τον κόσμο; Ας πάει κανένας άλλος», ή «μην είσαι μαλάκας, θα μπλέξουμε, κάποιος θα τον βοηθήσει, που να μπλέκουμε εμείς τώρα», «Την σήμερον ημέρα, πρέπει να κοιτάς την πάρτη σου, δεν αξίζει τον κόπο, δεν έχει νόημα να βοηθάς». «Άσε, λουφάρισε, να μη φαίνεσαι, μη γίνεσαι στόχος».

Μιλούσα μ’ έναν νέο, 16 χρονών, ξέρεις, πως πάμε επισκέψεις και στο έμπα ή στο έβγα θα συναντήσεις και τον νεαρό του σπιτιού. Πιάσαμε συζήτηση, όσο με άντεχε δηλαδή, για τις πανελλήνιες και τέτοια: «Εντάξει, να, έ, λίγο φροντιστήριο, να μπούμε κάπου, έχει και κάτι άκρες ο γέρος, θα την βολέψουμε». Αυτός ο νέος, αγαπητοί μου φίλοι, πέρασε εντατική διδασκαλία, για την … κοινωνία. Προετοιμάστηκε μετά πολλών επαίνων να εκμεταλλευτεί των … ευκαιριών, διότι, μόνο το χρήμα έχει αξία σήμερα.

Αλλά να σας πω κάτι, να σας πω τι κατάλαβα;
Δεν έχει χαρά, ρε γαμώτο, αυτή φάση. ΔΕ ΛΕΕΙ.

Έτσι έκανα κι εγώ, στην λούφα, στο βόλεμα, στο δεν βαριέσαι. Αλλά, πάντα, μα πάντα, κάτι μου έλλειπε. Κάτι ήταν λειψό. Μισερό. Πετύχαινα αυτό που ήθελα με διάφορα κόλπα, αλλά πώς να σας το πω. Ένα άδειασμα μέσα μου. Ένα κενό.

Ώσπου μια μέρα, είδα ένα παιδάκι, που αγόρασε μια σοκολάτα, σ’ ένα αλβανάκι που ξερογλειφόταν έξω από ένα περίπτερο. Θα την βρείτε αυτή την ιστορία εδώ μέσα. Την είπαν και στο «Κιόσκι» ένα βράδυ.

Είδα δυο πράγματα.
Ένα: Άστραψαν τα μάτια του αλβανόπαιδος από χαρά.
Δύο: Το πιτσιρίκι που πλήρωσε για την σοκολάτα, έλαμπε ολόκληρο. Έλαμπε σας λέω. Ζήλεψα τα παιδάκια, μα τω Θεώ σας λέω, τα ζήλεψα.

Δοκίμασα φίλοι μου. Άρχισα δειλά-δειλά να κάνω ό,τι περνούσε από το χέρι μου, όταν προέκυπτε. Ε, σας ορκίζομαι, δεν περιγράφεται αυτό που νοιώθεις όταν κάνεις μιας πενιάς καλοσύνη. Έκανα κάτι καλό, αλλά ντρεπόμουν. Το έκρυβα. Τώρα δεν κρύβομαι. Κι ας μου τη λένε, δε με νοιάζει. Ακούω συχνά, όταν βγαίνω μπροστά, να υπερασπιστώ κάτι ή να κάνω κάτι: «όπα ρε μεγάλε, εσύ πως την έχεις δει;»

Παλιά έσκυβα το κεφάλι και την έκανα, τώρα κάθομαι, τους κοιτάζω στα μάτια, δεν ντρέπομαι. Δε φοβάμαι να μου την πουν. Δε με νοιάζει.

Είναι τόση, μα τόση η χαρά που παίρνεις όταν κάνεις κάτι καλό, που δεν συγκρίνεται με τίποτε.
Έτσι που λέτε, βαρέθηκα την μπόχα. Ξαναβρίσκω τον εαυτό μου. Ξαναβρίσκω αυτό με το οποίο φτιάχτηκα. Ξαναβρίσκω τον προορισμό μου. Και το κέρδος; Τεράστιο. Η Χαρά.

Κάπως έτσι φτιάχτηκε το Χαμομηλάκι.
Επειδή μια παρέα βαρέθηκε την μπόχα, τη βρώμα, το άσχημο.
Όλοι κάνετε καλά, αλλά ψιλο-ντρέπεστε, θέλετε να περάσει στο ντούκου. Βγάλτε το προς τα έξω, μην αφήνετε τα κωλόπαιδα να πάρουν κεφάλι. Κάντε χαρούμενες τις μέρες σας.

Δεν ντρέπομαι να κάνω το Καλό. Το γουστάρω. Μαγκιά είναι να κάνεις το Καλό.
Γιατί η βρώμα δεν λέει πια, δεν αντέχεται η δυσωδία.
Επειδή το Καλό είναι της μόδας πια.
by hamomilaki

ΤΟ ΤΕΛΟΣ ΤΗΣ ΠΟΛΙΤΙΚΗΣ.

Η κρίση της εργασίας επιφέρει αναγκαστικά την κρίση του κράτους και της πολιτικής. Κατ’ αρχήν, το σύγχρονο κράτος οφείλει τη σταδιοδρομία του στο γεγονός ότι το σύστημα της εμπορευματικής παραγωγής έχει την ανάγκη μιας ανώτερης αρχής που θα εγγυάται τους κοινούς όρους του ανταγωνισμού, τις γενικές νομικές βάσεις και τις προϋποθέσεις για τη διαδικασία αξιοποίησης - συμπεριλαμβανομένου ενός κατασταλτικού μηχανισμού για τις περιπτώσεις που το ανθρώπινο υλικό παραβαίνει τις συστημικές επιταγές και καθίσταται απείθαρχο. Το κράτος κατά τον 20ό αιώνα έπρεπε να αναλάβει ολοένα και περισσότερες κοινωνικοοικονομικές λειτουργίες για να εντάξει τις μάζες στη μορφή της αστικής δημοκρατίας. Οι λειτουργίες του δεν περιορίζονται στην παροχή κοινωνικών υπηρεσιών, αλλά περιλαμβάνουν τη δημόσια υγεία, υπηρεσίες μεταφορών και επικοινωνιών, καθώς και κάθε είδους υποδομές. Αυτές οι υποδομές, των οποίων τη διαχείριση ή την επίβλεψη αναλαμβάνει το κράτος, είναι ουσιαστικές για τη λειτουργία της κοινωνίας της εργασίας, αλλά δεν μπορούν να είναι οργανωμένες όπως η διαδικασία αξιοποίησης μιας ιδιωτικής επιχείρησης; συχνά, οι «ιδιωτικοποιημένες» δημόσιες υπηρεσίες δεν είναι παρά μεταμφιεσμένες κρατικές καταναλωτικές δαπάνες. Κι αυτό διότι οι υποδομές αυτές πρέπει να είναι διαθέσιμες σε μόνιμη βάση στην κοινωνία ως σύνολο και δεν μπορούν να ακολουθούν τους κύκλους προσφοράς και ζήτησης της αγοράς.

Καθώς το κράτος δεν αποτελεί από μόνο του μια μονάδα αξιοποίησης, κι έτσι δεν μπορεί να μετασχηματίζει την εργασία σε χρήμα, πρέπει να αφαιρεί χρήματα από την πραγματική διαδικασία αξιοποίησης για να χρηματοδοτεί τις λειτουργίες του. Εάν η αξιοποίηση της αξίας παγώσει, τα χρηματοκιβώτια του κράτους αδειάζουν. Το κράτος, που εμφανίζεται ως κυρίαρχος της κοινωνίας, αποδεικνύεται εντελώς εξαρτημένο από την τυφλή μανία της φετιχοποιημένης οικονομίας που χαρακτηρίζει την κοινωνία της εργασίας. Το κράτος μπορεί να περάσει όσα νομοσχέδια θέλει; εάν όμως οι παραγωγικές δυνάμεις (οι γενικές δυνάμεις της ανθρωπότητας) ξεπεράσουν σε ανάπτυξη το εργασιακό σύστημα, οι συγκεκριμένοι νόμοι, που έχουν συνταχθεί και είναι εφαρμόσιμοι μόνο σε σχέση με τα υποκείμενα της εργασίας, δεν οδηγούν πουθενά.

Ως αποτέλεσμα της διαρκώς αυξανόμενης μαζικής ανεργίας, τα έσοδα από τη φορολόγηση των εισοδημάτων εξαντλούνται. Η κοινωνική ασφάλιση καταρρέει καθώς ο αριθμός των «πλεοναζόντων» ανθρώπων συνιστά μία κρίσιμη μάζα που πρέπει να τροφοδοτηθεί από την αναδιανομή των χρηματικών αποδόσεων που έχουν παραχθεί αλλού στο καπιταλιστικό σύστημα. Όμως και η διαδικασία των αλλεπάλληλων συγχωνεύσεων του κεφαλαίου που βρίσκεται σε κρίση και «διαφεύγει» των συνόρων των εθνικών οικονομιών, επιφέρει την εξάντληση των κρατικών εσόδων από τη φορολόγηση των εταιρικών κερδών. Ως εκ τούτου, οι πιέσεις που ασκούν οι πολυεθνικές εταιρείες στις εθνικές οικονομίες που ανταγωνίζονται για τις ξένες επενδύσεις, έχουν ως αποτέλεσμα τις φοροαπαλλαγές των εταιρειών, τη διάλυση του κράτους πρόνοιας και τη μείωση των προδιαγραφών προστασίας του περιβάλλοντος. Γι' αυτό και το δημοκρατικό κράτος μεταλλάσσεται σε έναν απλό διαχειριστή της κρίσης.

Όσο το κράτος πλησιάζει σε μια χρηματοοικονομική κατάσταση εκτάκτου ανάγκης, τόσο περιστέλλεται στον κατασταλτικό του πυρήνα. Οι περικοπές στις υποδομές αφήνουν άθικτες μόνον εκείνες που εξυπηρετούν τις απαιτήσεις του πολυεθνικού κεφαλαίου. Όπως συνέβαινε κάποτε στις αποικίες, η κοινωνική μέριμνα περιορίζεται διαρκώς σε λίγα οικονομικά κέντρα ενώ η υπόλοιπη επικράτεια μετατρέπεται σε έρημη χώρα. Ό,τι μπορεί να ιδιωτικοποιηθεί ιδιωτικοποιείται, ακόμη κι αν ολοένα και περισσότεροι άνθρωποι αποκλείονται και από τις πλέον στοιχειώδεις παροχές.

Όταν η αξιοποίηση της αξίας συγκεντρώνεται σε μερικά μόνο καταφύγια της παγκόσμιας αγοράς, δεν έχει πλέον σημασία η ύπαρξη ενός περιεκτικού συστήματος παροχών που μπορεί να ικανοποιήσει τις ανάγκες του πληθυσμού συνολικά. Το αν θα υπάρχουν τρένα ή ταχυδρομικές υπηρεσίες αφορά πλέον αποκλειστικά τη σχέση τους με το εμπόριο, τη βιομηχανία και τις χρηματοπιστωτικές αγορές. Η εκπαίδευση μετατρέπεται σε προνόμιο των νικητών της παγκοσμιοποίησης. Η διανοητική, καλλιτεχνική και θεωρητική καλλιέργεια ζυγίζεται με βάση το κριτήριο της εμπορευσιμότητας και σιγά-σιγά μαραίνεται. Τα κενά στη χρηματοδότηση διευρύνονται καταστρέφοντας τις δημόσιες υπηρεσίες υγείας και προκαλώντας την ανάδυση ενός ταξικού συστήματος ιατρικής περίθαλψης. Στην αρχή κρυφά και σταδιακά, και τελικά με ανάλγητη ευθύτητα διαδίδεται ο νόμος της κοινωνικής ευθανασίας: Θα πεθάνεις νωρίς επειδή είσαι φτωχός και πλεονάζων.

Στα πεδία της ιατρικής, της εκπαίδευσης, του πολιτισμού και των γενικών υποδομών διατίθενται σε αφθονία οι γνώσεις, οι ικανότητες, οι τεχνικές και οι μέθοδοι, μαζί με τα αναγκαία εργαλεία. Σύμφωνα, όμως, με τον κανόνα που λέει ότι «υπόκεινται σε επαρκή κονδύλια» –και ο οποίος συγκεκριμενοποιεί τον παράλογο νόμο της κοινωνίας της εργασίας–, όλες αυτές οι ικανότητες και οι δεξιότητες μένουν θαμμένες ή τσακίζονται και πετιούνται στα σκουπίδια. Το ίδιο ισχύει και για τα μέσα παραγωγής στον αγροτικό τομέα και τη βιομηχανία από τη στιγμή που αποδεικνύονται «μη κερδοφόρα». Πέρα από την καταπιεστική προσομοίωση της εργασίας που επιβάλλεται καταναγκαστικά στους ανθρώπους και από το καθεστώς των χαμηλών μισθών μαζί με την περικοπή των επιδομάτων κοινωνικής πρόνοιας, το δημοκρατικό κράτος, που έχει ήδη μετασχηματιστεί σε ένα καθεστώς απαρτχάιντ, δεν έχει τίποτα να προσφέρει στους πρώην εργαζόμενους υπηκόους του. Σε ένα πιο προχωρημένο στάδιο η κρατική διοίκηση θα αποσυντεθεί. Ο κρατικός μηχανισμός θα καταντήσει μια διεφθαρμένη «κλεπτοκρατία», οι ένοπλες δυνάμεις θα γίνουν πολεμικές συμμορίες με δομές μαφίας, και οι αστυνομικές δυνάμεις ληστοσυμμορίτες.

Κανένα πιθανό πολιτικό σχέδιο δεν μπορεί να σταματήσει ή να αντιστρέψει αυτή τη διαδικασία. Από τη φύση της η πολιτική συνδέεται με την κοινωνική οργάνωση στη μορφή κράτος. Όταν τα θεμέλια του κρατικού οικοδομήματος καταρρέουν, η πολιτική και οι εφαρμογές της στερούνται ερεισμάτων. Μέρα με τη μέρα, η αριστερή δημοκρατική συνταγή της «πολιτικής διαμόρφωσης» των συνθηκών ζωής γελοιοποιείται όλο και περισσότερο. Πέρα από την ατελείωτη καταπίεση, τη σταδιακή εξάλειψη του πολιτισμού και την ενίσχυση της «τρομοκρατίας της οικονομίας», δεν απομένει τίποτε να «διαμορφωθεί». Καθώς ο κοινωνικός αυτοσκοπός που προσιδιάζει στην κοινωνία της εργασίας αποτελεί αξιωματική προϋπόθεση των δυτικών δημοκρατιών, οποιαδήποτε πολτική-δημοκρατική ρύθμιση γίνεται αβάσιμη όταν η εργασία βρίσκεται σε κρίση. Το τέλος της εργασίας είναι το τέλος της πολιτικής.

* Gruppe Krisis (1999), «Μανιφέστο ενάντια στην εργασία», κεφ. 12, στο Gruppe Krisis, Norbert Trenkle, Anselm Jappe, Κείμενα για την εργασία και την κρίση, μτφρ. Σωκράτης Παπάζογλου, Εύη Παπακωνσταντίνου, εκδόσεις των ξένων, Θεσσαλονίκη 2010, σ. 61-64.

Μια καλά οργανωμένη παγκόσμια συνωμοσία.

Το παρακάτω άρθρο είναι το πρώτο μέρος ενός μεγαλύτερου με τίτλο: «Introduction To The Road Through 2012: Revolution or World War III», που δημοσιεύεται στο zerohedge.com και παρουσιάζει αρκετό ενδιαφέρον, αν αναλογιστούμε το τι τραβάμε ως χώρα και ως λαός από την τρόϊκα..

Όταν αναλύουμε τη τρέχουσα κρίση, τείνουμε να εστιάζουμε μόνο στα τελευταία χρόνια οικονομικής δραστηριότητας, με αποτέλεσμα να χάνουμε περιεχόμενο που όμως είναι απαραίτητο αν θέλουμε να καταλάβουμε τις πραγματικές αιτίες της κρίσης. Αυτό που ζούμε δεν είναι αποτέλεσμα κάποιας απρόβλεπτης οικονομικής κατάρρευσης που ξεκίνησε απ το πουθενά εξαιτίας της κρίσης των στεγαστικών δανείων στις ΗΠΑ. Ούτε δημιουργήθηκε επειδή κάποιοι δεν...μπορούσαν να αποπληρώσουν τα στεγαστικά τους δάνεια. Το να εντοπίσουμε το πρόβλημα χρησιμοποιώντας απλά οικονομικούς όρους είναι λάθος. Το να κατηγορήσουμε τους πλεονέκτες τραπεζίτες, αν και σωστό, δεν αρκεί.

Η οικονομική κρίση είναι το άμεσο αποτέλεσμα μιας στρατηγικής οικονομικής επίθεσης εναντίον της μεσαίας τάξης, αλλά και της δημοκρατίας, σε παγκόσμιο επίπεδο. Τα χρηματιστήρια και οι αγορές αποτελούν τα όπλα μαζικής καταπίεσης, που ελέγχονται από κάποια ιμπεριαλιστικά τραπεζικά καρτέλ, με σκοπό την επιβολή της δικής τους τάξης και την εκμετάλλευση των λαών. Αυτή η κρίση αντιπροσωπεύει πολύ ωμά, την εξέλιξη του φασισμού, ο οποίος επανέρχεται ως κυρίαρχη ιδεολογία. Όλες οι εξιδανικευμένες θεωρήσεις περί της δημοκρατικότητας των ΗΠΑ, που ως κράτος βασίζεται στο νόμο κλπ, έχουν διαλυθεί προ πολλού.

Ως έθνος, εμείς οι Αμερικάνοι έχουμε ανατραφεί, και μας έχουν εθίσει στο να είμαστε επικίνδυνα αγαθοί και ανυποψίαστοι όσον αφορά στις σκοτεινές δυνάμεις που λειτουργούν πίσω από τους προβολείς των συμβατικών ΜΜΕ. Έχουμε τυφλωθεί και δεν βλέπουμε τις εξελίξεις στον πλανήτη. Ο οικονομικός ιμπεριαλισμός που πλήττει σήμερα την Αμερική και την Ευρώπη, εξελίσσεται εδώ και δεκαετίες και μπορούμε να βρούμε τις ρίζες του στο τέλος του Β`Π.Π., στη γέννηση της CIA, του ΔΝΤ, και της Παγκόσμιας Τράπεζας. Για όλους όσους παρακολουθούν στενά τις οικονομικές ιμπεριαλιστικές επιχειρήσεις εναντίον των κρατών του κόσμου, όλα αυτά που συμβαίνουν σήμερα είναι γνώριμα.

Το ΔΝΤ και οι παγκόσμιοι τραπεζίτες έχουν κατακτήσει τον δεύτερο και τρίτο κόσμο, και τώρα κινούνται εναντίον του πρώτου. Οι εργατικές τάξεις της Δυτικής Ευρώπης και των ΗΠΑ είναι σήμερα στο στόχαστρο τους. Οι οικονομικοί και κοινωνικοί δείκτες, μαζί με τις πρόσφατες πολιτικές αποφάσεις των G-20, αποδεικνύουν ξεκάθαρα πως υπάρχει μια κλιμακούμενη συστημική οικονομική επίθεση εναντίον της Ευρώπης και της Αμερικής. Για να το θέσουμε με τεχνικούς όρους, η κυβέρνηση των ΗΠΑ έχει καταληφθεί από ένα οικονομικό τρομοκρατικό δίκτυο.

Το δίκτυο αυτό έχει αγοράσει τους πολιτικούς τόσο των Ρεπουμπλικανών όσο και των Δημοκρατικών, και μέλη του έχουν αναλάβει τον κυρίαρχο ρόλο στους τρεις τομείς της κυβέρνησης αλλά και των ΜΜΕ. Έχουν πετύχει τον απόλυτο έλεγχο της οικονομίας, του χρηματιστηρίου, του υπουργείου Οικονομικών, της Κεντρικής Τράπεζας (Federal Reserve), της Παγκόσμιας Τράπεζας, του ΔΝΤ, και του παγκόσμιου τραπεζικού συστήματος.

Ο καπιταλισμός της ελεύθερης αγοράς έχει καταρρεύσει. Η παγκόσμια οικονομία είναι στημένη. Πρόκειται για μια καλά οργανωμένη εγκληματική επιχείρηση, ένα ιμπεριαλιστικό φασιστικό κίνημα, που μοναδικό σκοπό του έχει να καταστρέψει τον σημερινό τρόπο ζωής μας.