Πέμπτη 14 Οκτωβρίου 2010

Ξεκαθάρισμα.


Πήγαινε πες στην Δημοκρατία να πάει να πλυθεί γιατί η μπόχα της έχει κολλήσει πια στους τοίχους των σπιτιών μας. Μην εθελοτυφλεί επειδή έχει κάμποσους ακόμα που την κάνουν παρέα. Εκείνοι βρωμάνε περισσότερο από την ίδια και οι στάμπες που αφήνει ο λιπαρός ιδρώτας τους -όταν την αγκαλιάζουν-κάνουν το ακριβοπληρωμένο της ταγιέρ να μοιάζει με τοίχο σφαγείου που δεν καθαρίστηκε ποτέ. Πες της να μην περνάει από την γειτονιά γιατί κάποιοι παλιοί εραστές της, που την λάτρεψαν, ακονίζουν τα μαχαίρια τους έχοντας μπροστά τους μια φωτογραφία του ’70: Αυτή με το σιέλ φορεματάκι της να γελάει και εκείνοι δίπλα της να μην τολμούν ούτε να την αγγίξουν, μη και χαλάσουν την στιγμή, μη και τσαλακώσουν το όνειρο.

Πήγαινε πες στην Αριστερά να μην κορδώνεται όταν περνάει από τα σοκάκια γιατί τα χαμπέρια έφθασαν από καιρό στα αφτιά των παιδιών της. Έχει χρόνια τώρα, που όταν αυτά έβγαιναν από την πόρτα για το σχολείο της ζωής, αυτή έβαζε τους γιους των αφεντικών από το παράθυρο και το γλεντούσαν. Πήγαινε πες της ότι ακόμα πηγαίνουν μαζί της οι ατσαλάκωτοι της ζωής μόνο και μόνο για την παλιά της αίγλη. Κατά τα άλλα κατάντησε σαν γριά πόρνη επαρχιακού μπορδέλου που πας μαζί της όχι από ανάγκη αλλά από οίκτο. Πες της ότι τα παιδιά της, που κρυβόταν πίσω από την φούστα της όταν λυγερή και περήφανη περπατούσε στα συντρίμμια της Ιστορίας, θέλουν να την κουρέψουν γουλί και να την κρεμάσουν από το σχοινί του καμπαναριού. Κάθε φορά που θα τινάζεται το κορμί της να χτυπάει η καμπάνα όχι για αυτήν, αλλά για τα όνειρα που έθαψε με τα ίδια της τα χέρια πριν ακόμα ανδρωθούν.

Πήγαινε πες στην Δικαιοσύνη ότι δεν μπορεί να κρύβεται για πολύ πια. Όσο και να την προστατεύουν οι σωματοφύλακες της ανανδρίας κουτσαίνει από την αριστερή πλευρά και ξεχωρίζει στο πλήθος. Της έμεινε κουσούρι από τότε που έκλεβε από την ζυγαριά και τα’ χωνε στις τσέπες της τα δίκια των ερήμην καταδικασμένων. Πες της ότι έχει μία ευκαιρία να μαχαιρωθεί μόνη της με το σπαθί της. Εκείνο που έκοψε λάθους λαιμούς την ώρα που αυτοί τεντωνόταν με πρησμένες φλέβες φωνάζοντας για δίκιο.

Τέλος, πήγαινε πες στην Ελευθερία ότι θα την βγάλει καθαρή. Όχι γιατί στάθηκε ως έπρεπε αλλά γιατί οι πέτρες που μας έβαζε να κουβαλάμε στον ανήφορο των Αξιών έγιναν μία-μία, οι τοίχοι του σπιτιού που μέσα κοιμάται η Ελπίδα μας.