Τρίτη 17 Αυγούστου 2010

Σώστε μας από τους… «Σωτήρες»


Ο σημερινός άνθρωπος διακατέχεται από μία παράλογη τάση: θέλει μανιωδώς να βοηθήσει τον συνάνθρωπό του. Αν ψάξουμε λίγο γύρω μας θα παρατηρήσουμε ότι τελικά ο άνθρωπος δεν είναι τόσο «απάνθρωπος» όσο συνηθίζουμε με μανία και με δύναμη λόγου να υποστηρίζουμε. Απόδειξη: οι πολυπληθείς ομάδες, οργανώσεις, οργανισμοί, σελίδες στο διαδίκτυο, που προβάλλουν ως στόχο την παροχή διεξόδου από τις «μάστιγες» του/ων αιώνα/ων μας όπως την πείνα, την ανεργία, τον ρατσισμό, τις αρρώστιες, τα ναρκωτικά, την κοινωνική ανισότητα και γενικά κάθε είδους απόκλιση από το κοινώς αποδεκτό.

Δεν νοείται μάλιστα οργάνωση- που να σέβεται τον εαυτό της και να «προασπίζει» τα ανθρώπινα δικαιώματα -αν δεν περιλαμβάνει στο πρόγραμμά της τουλάχιστον τα τρία πρώτα (πείνα, ανεργία, ρατσισμός), καθώς αυτά «φοριούνται» πολύ στις μέρες μας και το πιθανότερο είναι να αργήσουν αρκετά να φύγουν από τη μόδα.
Και όμως θα ρωτήσετε (και πολύ καλά θα κάνετε) τι βγήκε με αυτό; Μήπως σταμάτησε η πείνα και η ανεργία; Μήπως τα προβλήματα λύθηκαν και όλοι τώρα ζούμε χαρούμενοι ο ένας δίπλα στον άλλον (μάλλον ο καθένας μόνος του, τι να κάνουμε τον πλησίον αν όλα τα προβλήματα λυθούν; Αφού θα τα καταφέρνουμε και μόνοι μας χωρίς δυσκολίες και αγωνίες. Εδώ τα καταφέρνουμε μόνοι μας τώρα…) με μια ωραία δουλειά, ένα απλό αυτοκίνητο και ένα βολικό σπίτι (μονοκατοικία κατά προτίμηση); ΌXI; Μα καλά τότε οι τόσοι «αρμόδιοι» τι κάνουν;

Δεν ξέρω αν σας έχει περάσει από το μυαλό την ώρα που περπατάτε στο δρόμο και κοιτάζετε τους ανθρώπους ότι κάτι δεν πάει καλά, κάτι δεν ταιριάζει με το όλο σύνολο ή μάλλον ότι κάποια πράγματα παραείναι κανονικά. Όσοι το έχουν νοιώσει αυτό, έστω και σαν μια γενική αίσθηση θα με καταλάβουν ευκολότερα στη συνέχεια. Όσο για τους υπόλοιπους που δεν έχουν σκεφτεί ανάλογα… ας πρόσεχαν.

Εμείς οι άνθρωποι λοιπόν έχουμε τρελαθεί τελείως. Από τη μια αυξάνουμε συνεχώς τα προβλήματα και από την άλλη συγκροτούμε όλο και περισσότερες ομάδες για να λύσουν τα προβλήματα αυτά. Τελικά, ξέρουμε τι θέλουμε; Βασικά δεν ξέρουμε καν αν έχουμε το δικαίωμα της βούλησης. Σκεφτείτε λίγο πόσοι άλλοι αποφασίζουν χωρίς εμάς, για μας. Και όχι μόνο αυτό αλλά τους λέμε και ευχαριστώ από πάνω. Ας γίνω όμως πιο συγκεκριμένος.

Είναι γνωστό, ότι σήμερα, ελάχιστοι άνθρωποι ορίζουν τις μοίρες των πολλών, λίγοι είναι αυτοί που καθορίζουν ποιες χώρες θα μπουν στο κλαμπ των αναπτυγμένων, ποιες θα έχουν τη μεγαλύτερη ανεργία και ποιες θα αντιμετωπίζουν τις μεγαλύτερες κοινωνικές διαταραχές. Και το δικό μας ευχαριστώ… μα ποιο άλλο: η ραγδαία αύξηση της κοινωνικής (από)ευαισθητοποίησης μέσα από τις υπάρχουσες οργανώσεις, κόμματα, συλλόγους, για την «προστασία» των ανθρώπων.

Το φαινόμενο αυτό αποτελεί για την σύγχρονη κοινωνία μια πιο εξευγενισμένη μορφή ενός άλλου παλιότερου είδους αποχαύνωσης, τον υλισμό. Ο υλισμός έγινε πράξη κυρίως στην κάμψη της άλλοτε Ρωμαϊκής αυτοκρατορίας και κυριαρχεί συνήθως σε περιόδους λίγο πριν την κατάρρευση-μήπως μια τέτοια εποχή διανύουμε;

Το βασικό ερώτημα όμως είναι για ποιον λόγο είναι λάθος ο τρόπος προσέγγισης αυτών των -ομολογουμένως- σοβαρών κοινωνικών προβλημάτων. Ουσιαστικά είναι σαν να προσπαθούμε να σβήσουμε τη φωτιά με οινόπνευμα. Προσπαθούμε να βγούμε από τον υλισμό με το να γινόμαστε περισσότερο υλιστές. Ποια είναι η μοναδική απαίτηση για να είσαι επιτυχημένος μέσα στον κόσμο; Το χρήμα. Ποια είναι στην ουσία τα βασικά αιτήματα των περισσότερων οργανώσεων; Κανένας πεινασμένος, κανένας φτωχός, όλοι ίσοι δηλ. μια ωραία δουλειά, ένα απλό αυτοκίνητο και εκείνη τη… μονοκατοικία. Υπάρχει διαφορά; Α! Ναι. Το ξέχασα. Υπάρχει και ο ιδεολογικός τομέας. Τα αγνά ιδανικά. Για έναν καλύτερο κόσμο… το δόλωμα της υπόθεσης. Αυτό που τραβάει τους ανθρώπους στο μαντρί για να αποποιηθούν εκείνο το ξεπερασμένο cogito ergo sum. Μέχρι να έρθει ο τσοπάνης και να το διορθώσει: σκέπτομαι άρα υπάρχετε.

Υπερβολή όλα αυτά; Μπορεί. Άλλωστε στην κοινωνία της υπερβολής δεν ζούμε; Υπερβολή στο φαγητό, αν και πεινάμε. Υπερβολή στα έξοδα, αν και είμαστε άνεργοι. Υπερβολή στην ισότητα, αν και είμαστε ρατσιστές. Και όχι, η υπερβολή δεν είναι προτέρημα των λίγων είναι δικαίωμα των πολλών. Γι’ αυτό δεν αγωνιζόμαστε; Για να έχουμε δικαίωμα στην υπερβολή και άμα κάνουν το λάθος και μας το αφαιρέσουν γινόμαστε θηρία.

Αλήθεια υποχρεώσεις έχουμε; Πότε κάναμε αγώνα για τα καθήκοντά μας; Πότε ιδρύσαμε οργάνωση ανθρωπίνων υποχρεώσεων; Μάλλον αφήσαμε αυτή τη δουλειά για το κράτος και φυσικά βρίσκουμε ένα αποκούμπι αν κάτι πάει στραβά να απαλλάξουμε τον εαυτό μας από τις κατηγορίες. Ποτέ δεν ωριμάσαμε σαν κοινωνία. Απλώς μεταφέραμε αλλού το βάρος. Ποτέ δεν αγωνιστήκαμε -δεν το επιδιώξαμε-. Απλώς μεταφέραμε την αδράνεια και τον φόβο στους δρόμους, με κενά συνθήματα που μοναδικό στόχο έχουν να καλύψουν τη φωνή της συνείδησης. Ποτέ δεν καταλάβαμε ότι η κατάσταση δεν διορθώνεται από το εύκολο έξω αλλά από το απαιτητικό μέσα.

Είχα ακούσει κάποτε μία παρομοίωση: «Αν φανταστούμε τον κόσμο καλυμμένο με αγκάθια και τον άνθρωπο πάνω σε αυτόν ξυπόλητο. Δύο τρόποι υπάρχουν για να μπορέσουμε να περπατήσουμε. Ο ένας είναι να στρώσουμε τον κόσμο με ένα τεράστιο χαλί που θα καλύψει τα αγκάθια και ο δεύτερος είναι να φορέσουμε παπούτσια». Εμείς προτιμούμε τον πρώτο τρόπο. Ματαιοπονούν όσοι έχουν καλή πρόθεση και ασχολούνται με την βελτίωση του κόσμου, στρώνοντας αυτό το χαλί που και αδύνατο είναι να καλύψει τα αγκάθια αλλά και οι ίδιοι ματώνουν πατώντας πάνω στις μυτερές άκρες των καθημερινών προβλημάτων.

Μα και πάλι, τι άλλο να κάνουμε; Εμείς συνεχίζουμε μία παράδοση. Έτσι μάθαμε τα πράγματα ότι αλλάζουν. Μα…δεν τα είδαμε ποτέ έτσι να αλλάζουν. Είναι πάγια τακτική των άλογων ανθρώπων να υιοθετούν το γνωστό «πονάει δόντι, κόψει κεφάλι». Υπάρχει ανεργία, όλοι να βρουν δουλειά, μέχρι και η κουτσή-Μαρία- ή μάλλον η τεμπέλα-Μαρία-. Πεινάει ο κόσμος, δώστε φαγητό στον κόσμο ή παντεσπάνι (όπως προτιμάτε). Πολεμά ο κόσμος, δώστε του ειρήνη -τη δική σας ειρήνη- ως μέσο για καινούριους πολέμους. Έχουμε φτάσει λοιπόν, στο αντίθετο άκρο ή, αν θέλετε, καταργήσαμε τα άκρα και καταλήξαμε στη μεσότητα. Και αυτή η μεσότητα δεν έχει καμία σχέση με το αριστοτελικό μέτρο Είναι η μεσότητα της επιφάνειας, της ηθικής αλλοίωσης, του παθητικού φιλελευθερισμού. Είναι λίγο δημοκρατία και λίγο δικτατορία, λίγο δίκαιο και λίγο άδικο, λίγη αλήθεια και πολύ ψέμα. Τι μας μένει να κάνουμε;

Πριν το ρίξουμε στην απογοήτευση (αν και πιστεύω ότι ελάχιστοι από εσάς θα το πάρουν τόσο βαριά…), ας σκεφτούμε τις εναλλακτικές λύσεις, ας σκεφτούμε την λύση των «παπουτσιών» που αναφέραμε παραπάνω. Τι είναι όμως αυτά τα «παπούτσια»; Είναι η προοπτική με την οποία βλέπουμε τα πράγματα. Προσπαθούμε να αλλάξουμε τον κόσμο, ας προσπαθήσουμε να αλλάξουμε τον εαυτό μας. Και αυτό δεν είναι η εύκολη λύση, είναι η αναγκαία λύση. Το έξω πάντα αλλάζει σύμφωνα με το μέσα και αν αυτό φαίνεται καθαρά ουτοπικό, είναι γιατί ποτέ δεν έχουμε δοκιμάσει.

Βλέπουμε τα προβλήματα των έξω γιατί δεν έχουμε λύσει τα προβλήματα των έσω, τα δικά μας προβλήματα που μας εγκλωβίζουν και αντικατοπτρίζονται στην πείνα, την ανεργία, τον ρατσισμό. Όχι πως δεν υπάρχουν και αυτά. Αλλά εμείς δεν βλέπουμε ούτε την πραγματική τους διάσταση, ούτε την αρχική τους αιτία. Και αρχική αιτία δεν είναι αυτοί οι «λίγοι», που λέγαμε ότι καθορίζουν τις τύχες μας, αλλά εμείς οι πολλοί, το κοπάδι, οι απρόσωποι που στρεφόμαστε κατά του εαυτού μας, όχι τυπικά και θεωρητικά αλλά ουσιαστικά και δυναμικά. Αυτή είναι η δύναμη της μάζας: να τρώει τις σάρκες της, αυτή η δικαιολογία της: τα ανθρώπινα δικαιώματα και αυτοί οι συντονιστές της: οι παν(απ)ανθρώπινες οργανώσεις.