Πέμπτη 4 Νοεμβρίου 2010

Έθνος Ενοικιαστών...

Και τώρα τι κάνουμε; Τίποτε. Έχουμε παγώσει όλοι και παρακολουθούμε όλα να γκρεμίζονται τριγύρω μας. Ισοπεδωμένα όνειρα, πρώην υψηλοί στόχοι και το κεραμίδι που είχαμε βάλει πάνω από το κεφάλι μας έχει αρχίσει την κάθοδο και αργά ή γρήγορα θα μας συνθλίψει. Δεν υπάρχουν οικονομικές αναλύσεις, ούτε πολιτικές διεξόδου. Πάνε αυτές οι μέρες. Έφυγαν ανεπιστρεπτί. Όσο για κείνα τα χρόνια που τα βάλαμε ενέχυρο σε μία χώρα, που από πείσμα πιστέψαμε, δεν αγοράζονται πλέον ούτε για μία τρύπια δεκάρα.

Όλοι ξέρουμε ποιοι φταίνε αλλά πια δεν έχουμε τα κουράγια να τους στήσουμε στον τοίχο διότι ακόμη και ο τοίχος των εκτελέσεων των εκτελεστών μας, δόθηκε αντιπαροχή. Μας τον πήραν και αυτόν για να μην έχουμε ούτε καν την ελπίδα της τελικής δικαίωσης. Να πούμε ότι χάσαμε αλλά κάποιοι θα πληρώσουν την πληρωμένη ήττα μας.

Και τώρα τι κάνουμε λοιπόν; Το μαύρο χρήμα καλά κυλάει στις τσέπες όπως κυλούσε πάντα. Οι θυρίδες των πολιτικών και των λαμογιών δεν θα ανοίξουν ποτέ. Δεν θα μάθουμε ποτέ πόσο τελικά κόστισαν σε τρεις γενιές Ελλήνων τα κουστούμια και τα γούστα του χειρότερου συρφετού πολιτικών και εμπλεκομένων παγκοσμίως. Πάντως σίγουρα πιο ακριβά από τα γούστα του κάθε μονάρχη που πέρασε από αυτή την χώρα και από οποιαδήποτε άλλη. Πήραμε με ευκολία το χάπι με το όνομα "Δημοκρατία" ξεχνώντας ότι για να μπορεί αυτή να επιβιώσει θα έπρεπε τα κελιά των φυλακών να είναι μεσοτοιχία με τα έδρανα των βουλευτών. Έτσι ορίζεται η Δημοκρατία: Το λάθος πληρώνεται. Αντί όμως κελιών βάλαμε πλάτη για να χτιστούν κομματικά γραφεία και πουλήσαμε την συνείδηση για μία νύχτα στα μπουζούκια.

Το σπίτι που φτιάξαμε έστεκε χρόνια πάνω σε ρέμα. Ένα υπόγειο ποτάμι κυλούσε όσο κοιμόμαστε και ονειρευόμαστε ότι την επόμενη μέρα ίσως εμείς να ορίζαμε τις ζωές των διπλανών μας, όπως το κωλόπαιδο που έγινε ξαφνικά και από το πουθενά υπουργός. Πέφτει πλέον το σπίτι και έξω δε μπορείς να βγεις. Είναι σαν να σε περικλείει ωκεανός. Ίσως κουτσά- στραβά να την βγάλεις και φέτος. Λίγο λαμογιά, λίγο πονηριά, λίγο κανένας γνωστός….κάτι θα βρεις να κάνεις. Αλλά τα όνειρα για το μέλλον και για αυτά που σκόπευες να εισπράξεις, έχοντας δώσει το μερίδιο σου χρόνια τώρα, ξέχασέ τα. Γενικώς πρέπει να ξεχάσεις ότι είσαι πολίτης μιας χώρας γιατί αν δεν το έχεις συνειδητοποιήσει, ένας ραγιάς ήσουν πάντα και ως ραγιάς θα πεθάνεις.

Τίποτε ποτέ δεν ήταν δικό σου. Νοίκιαζες ένα κομμάτι δήθεν εθνικής συνείδησης και το έκανες και σημαιάκι ανεβαίνοντας 5 εκατοστά από το έδαφος σε φαμφάρες και εθνικές εορτές, σαν να ήταν δική σου αυτή η γη. Δεν ήταν όμως. Νοικιασμένη την είχες εσύ και δυστυχώς, από ό,τι δείχνει η κρυμένη αλλά πραγματική ιστορία, νοικιασμένη την είχαν και οι αναλώσιμοι πρόγονοί σου.

Άξενος Πατρίς...

Είναι γελοίο το ότι κάποια Ελληνική βουλή σύρθηκε να αναγνωρίσει την γενοκτονία Ελλήνων μετά από εβδομήντα τόσα χρόνια για λόγους που τη βόλευαν την συγκεκριμένη στιγμή, καθιερώνοντας την 19ην Μαίου ως ημέρα μνήμης της γενοκτονίας των Ποντίων από τους Νεότουρκους. Είναι γελοίο το ότι ακόμη δεν έχει εκδώσει η βουλή τη «μαύρη βίβλο» που παρήγγειλε (η ίδια) από τότε στον καθηγητή κ. Φωτιάδη για να παλέψουν οι Πόντιοι το δίκιο τους διεθνώς ΜΟΝΟΙ τους. Ακόμη γελοιωδέστερες είναι οι παράτες που γίνονται κάθε χρόνο την ίδια ημέρα κατόπιν εγκυκλίων, σε πληθυσμούς της Ελλάδας που ψωνίζουν από «Ρωσσοπόντιους».

Όλοι οι Έλληνες κάποια στιγμή στο διάβα της ιστορίας κάτι έπαθαν, κάτι πρόσφεραν, κάτι έχασαν. Αν στο «κάτι» που έχασαν οι Πόντιοι βάλεις την Πατρίδα, ίσως φτάσεις λίγο πιο κοντά στην ψυχή τους. Πόντιοι, Ηπειρώτες, Μακεδόνες, Θράκες και όλοι οι άλλοι τώρα «βράζουν» στο ίδιο καζάνι (πατρίδα), που για μεγάλες ομάδες πληθυσμού είναι αφιλόξενο. Δεν χρειάζεται ο συνταξιούχος να είναι Πόντιος για να βιώνει καθημερινά μια πατρίδα που μάλλον τον μισεί. Τίποτε δεν έμαθαν οι εκλεγμένοι χρόνια και χρόνια δημοκρατικά(;) από τα «πάθη» των Ελλήνων. Για την εξουσία και μόνο έχτισαν ένα κράτος σαθρό αντιμετωπίζοντας πελατειακά τον άνθρωπο, την κοινωνία, τον πόνο, τον θάνατο ακόμη και την ίδια την πατρίδα. Δεν χρειάζεται ικανότητα για να καταφέρεις μεγάλη μερίδα του πληθυσμού να νοιώθει ξένη και κυνηγημένη μέσα στο ίδιο της το σπίτι. Κι όμως, για την ανικανότητά τους αντίπαλος δεν είναι οι συμπεριφορές ξένων και οι πολιτικές Νεότουρκων, αλλά οι διαφορετικές ιδέες συμπατριωτών. Ο αγώνας να γαντζωθούν στην εξουσία κάποιοι, τούς κάνει να βλέπουν εχθρούς μόνο «μέσα», χωρίς να τους αφήνει περιθώρια να αντιμετωπίσουν άλλα προβλήματα. Ο πόνος στη μέση από τις υποκλίσεις στον κάθε «έξω» είναι άλλο μεγάλο κεφάλαιο το οποίο συμβάλει στην κατάσταση.

Οι Πόντιοι δεν ζήτησαν μνημόσυνο την συγκεκριμένη ημέρα , μήνυμα θέλουν να θυμόμαστε ενάντια σε πολιτικές αφανισμού. Όταν δεν μαθαίνεις από τις γενοκτονίες, πώς να δημιουργήσεις φιλόξενη πατρίδα; Όταν η «ευαισθησία» μετριέται σε ψήφους πώς να ενδιαφερθείς για τα καμένα, τα χαμένα, τα ξεχασμένα κατά την πολιτική σου υπόσταση; Όταν οι «βουλές» των Ελλήνων σέρνονται σε σοβαρές αποφάσεις τις οποίες στη συνέχεια αντιμετωπίζουν με σοβαροφάνεια, σε αναγκάζουν να σκέφτεσαι, ότι πατρίδα πια, είναι μία σε συσκευασία δύο: η δική τους και η δική μας.

Και η μεγάλη προδοσία δεν είναι μόνο ότι μετέτρεψαν την πατρίδα από Εύξεινο σε Άξεινο, αλλά ότι κατάφεραν με συνεχείς επιδρομές στις συνειδήσεις μας και συνεχείς σφαγές με θύματα τις ιστορικές μνήμες μας, να δημιουργήσουν Πρόσφυγες εντός των τειχών.